Τρίτη 13 Σεπτεμβρίου 2011

ΓΙΩΡΓΗΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ flaneur

Δεν υπάρχει αμφιβολία. Ο Γιώργης Χριστοδούλου, ή απλώς Giorgis, είναι ένας ολοκληρωμένος τραγουδοποιός. Τούτο το έχω γράψει κι άλλες φορές (στο περιοδικό)· από την εποχή τού «Η Αγάπη Είναι Ένα Πορτοκάλι» [Ankh, 2001] και του «Δες το Κι Αλλιώς» [V2, 2003], τις διασκευές του δηλαδή σε τραγούδια του Καρβέλα, του Φοίβου και του Μιχάλη Ρακιντζή. Και το «ολοκληρωμένος» έχει να κάνει με το εξής. Με την ικανότητα του Χριστοδούλου να γράφει ωραία ελαφρά τραγούδια, είτε γέρνουν εκείνα προς τη βρετανική pop, είτε προς το chanson, είτε προς τη μεσογειακή folk ballad.
Η τελευταία δουλειά τού Γιώργη έχει τίτλο “Flaneur” [Ankh/ epsa music, sgae, 2011], μία λέξη που κινδυνεύει να ακυρωθεί από την κατάχρησή της (ως συνήθως συμβαίνει) – τη διαβάζω συνεχώς στον Τύπο, αφού πλέον την έχουν μυριστεί άπαντες οι… εμβληματικοί – και η οποία εμφανίζει τον έλληνα τραγουδοποιό να αποδίδει δικές του συνθέσεις, αλλά και των Alberto Matesanz, Jordi Maranges, όπως κι ένα παλαιό άσμα των Alain Goraguer/ Boris Vian (“Barcelone”) από τα fifties…
Δεν είμαι σίγουρος τι ακριβώς σημαίνει flaneur (τα… λεξικά γράφουν για τον πεζοπόρο, τον περιπατητή των πόλεων, τον άνθρωπο που δημιουργικώς αλητεύει), όμως έχω την αίσθηση (για να μην πω τη βεβαιότητα) ότι κακώς ορισμένοι… στριμώχνουν στα ίδια κείμενα τον Γιώργη Χριστοδούλου, με τον Λεωνίδα Χρηστάκη φερ’ ειπείν, τον συγγραφέα της «Ιστορίας της Αλητείας», και με τους… easy riders του Dennis Hopper. Πρέπει να είμαστε σε θέση να κάνουμε λεπτές διακρίσεις και να μην συγχέουμε άσχετα μεταξύ τους πρόσωπα ή θέματα.
Ακούγοντας, λοιπόν, το “Flaneur”, γιατί αυτό είναι το θέμα μας, εμένα μου δημιουργήθηκε η αίσθηση πως αλητεία για τον Γιώργη Χριστοδούλου – αν και δεν θέλω να την αποκαλώ έτσι – είναι μία εγκάρσια αντιμετώπιση του ζην· κύριο μέλημα της οποίας θα μπορούσε να είναι η αναζήτηση κι η αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου, προς την κατεύθυνση των ζωτικών στοιχείων της ύπαρξης. Σχέσεις, συναναστροφές, φιλίες, παρέες και τα τοιαύτα. Δεν καβαλάμε μια μηχανή, γυρνώντας άιρα και κάιρα, αλλά πατάμε παύση· και επιχειρούμε, κινούμενοι πλέον με… ανθρώπινες ταχύτητες εντός του αστικού περιβάλλοντος, να δούμε τον άλλον κατά πρόσωπο, να παρατηρήσουμε κινήσεις, ματιές και συμπεριφορές.
Ο σύγχρονος flaneur δεν ξέρω αν φορά ρολόι στο χέρι του – γιατί όχι; –, έχω όμως την αίσθηση πως ενδιαφέρεται για την εμφάνισή του (δεν αναφέρομαι στις στυλιστικές ακρότητες), προκρίνει σεβαστικές συμπεριφορές, είναι απλός και μειλίχιος και πάνω απ’ όλα ευγενικός με όλους όσους συναναστρέφεται· όποιους μπορεί να συναντά στις βόλτες του, στα bar ή τα cafe, και που μπορεί να χρήζουν της κατευναστικής του διάθεσης. Ίσως, ακόμη, να είναι γλωσσομαθής και, φυσικά, εξυπηρετικότατος με τους τουρίστες· καθότι, πολλές φορές, μπορεί να συχνάζει στα ίδια, μ’ εκείνους, μέρη. Ο κοσμοπολιτισμός τού flaneur δεν είναι κάλπικος, αλλά εκπηγάζει από τη φυσική ανάγκη να αγαπά τον τόπο του, τη δική του πόλη, επιχειρώντας να τη μετατρέψει, με την παρουσία και τη συμπεριφορά του, σε κάτι ιδεατό. Πόλεις όπως η Αθήνα, που κρέμονται πλειστάκις στο χείλος της αβύσσου, περιμένουν τους φλανέρ να τις εξευμενίσουν. Ευχολόγια; Πιθανώς. Θα το επιζητούσα; Προφανώς.
Μπορεί να φαίνονται αβαθή όλα τούτα, ενδεχομένως γραφικά ή και α-πολιτικά, θ’ άξιζε όμως, νομίζω, να είναι σε πρώτη φάση χαρακτηριστικά των σημερινών κατοίκων των μεγάλων πόλεων· όλων εκείνων, τέλος πάντων, που βρίσκονται σε μία διαρκή αναζήτηση των αστικών οάσεων. Και δεν εννοώ τους κήπους και τα πάρκα, αλλά τα… περιβόλια των ανθρωπίνων συμπεριφορών.
Ένας flaneur, όπως ο Γιώργης Χριστοδούλου, έχει βεβαίως και τη μουσική του. Ήπια τραγούδια, με λεπτές ενορχηστρώσεις, στα οποία προκρίνεται η μελωδία. Είναι τραγούδια ισπανόφωνα ή γαλλόφωνα σε πρώτη φάση, τα οποία σφυρίζονται στο δρόμο (“Mi nido”, “Tous les Mardis”, “Silencio”…), ακούγονται σαν θρόισμα, ίπτανται πάνω από τα διαλυμένα πεζοδρόμια, τα επικίνδυνα στενά, τις βρωμερές διαβάσεις…
Ανάβει πράσινο, αλλά θα περάσω με την άλλη…

4 σχόλια:

  1. Όποιος μπερδεύει τα πάντα για να τραβήξει κόσμο στο μαγαζί που εμφανίζεται είναι απλά τραγικός! Από καρβέλα μέχρι χατζιδάκι, ένα παιδάκι που προσπαθεί να κρατιέται στα πράγματα με όποιον τρόπο μπορεί. Δεν άκουσα το δίσκο ακόμα αλλά η έλλειψη αισθητικής, .εστω και στα live, με απωθεί.
    Pass...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Έχω δει το Γιώργη Χριστοδούλου δύο φορές live παλαιότερα (τη μία μαζί με τον Σταύρο Παπασταύρου) και απ’ ό,τι μπορώ να ανακαλέσω δεν είχα βρει στο πρόγραμμά του κάτι το… αντιαισθητικό. Αυτό το «από Καρβέλα μέχρι Χατζιδάκι» προσωπικώς δε μου λέει κάτι, καθότι μερικά τραγούδια του Καρβέλα είναι ωραιότερα από μερικά του Χατζιδάκι.

    Όσον αφορά στο δίσκο, σε διαβεβαιώνω πως ο αυτός έχει πολύ συγκεκριμένη αισθητική (υψηλότερη απ’ όλους του δίσκους του Καρβέλα, αλλά και από μερικούς του Χατζιδάκι).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Άσε τι έκανε με τον Παπασταυρου...ήταν πριν "ξεψαρώσει". Για τα άλλα μια απλή, δημοκρατική διαφωνία! Γιατί ούτε το "ακούω" τα πάντα βρίσκω λογικό ούτε το παίζω τα πάντα - όχι ως session προφανώς - εκτιμώ. Ακόμα δεν έχω βρει ωραίο τραγούδι του Καρβέλα, παρεπιπτόντως, αλλά μόνο συμπαθητικά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Αν και δεν μου αρέσει να παίζω με τις λέξεις οφείλω να επισημάνω πως ανάμεσα σε δύο άσχημα ή μέτρια τραγούδια, κάποιο μπορεί να είναι ωραιότερο. Για «ωραίο» τραγούδι του Καρβέλα δεν έγραψα (αν και θα μπορούσα, ίσως). Έγραψα πως «μερικά τραγούδια του Καρβέλα είναι ωραιότερα από μερικά του Χατζιδάκι». Δεν είναι το ίδιο.
    Όπως και η έκφραση «ακούω τα πάντα» ή «παίζω τα πάντα» παίρνει νόημα από το ποιος τη λέει, που τη λέει, για ποιο λόγο τη λέει και τι ακριβώς εννοεί. Για μένα δηλαδή αυτού του τύπου οι εκφράσεις δεν έχουν απόλυτο νόημα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή