Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

ο ΜΑΝΟΣ ΧΑΤΖΙΔΑΚΙΣ στο Ποντίκι: ρατ ρατ…

Λαθραναγνώνω με σύστημα φοιτητόθεν και εξακολουθώ να το πράττω (μετά μεγαλύτερης μανίας τώρα). Θες σε βιβλιοπωλεία, θες σε περίπτερα, θες σε ψιλικατζίδικα… όπου βρω υλικό. Δραστηριότητα καθημερινή, που συνοδεύεται ενίοτε και από την αγορά κάποιου εντύπου. Έτσι κι εχθές αγόρασα μετά από κάτι μήνες Το Ποντίκι επειδή… κόλλησα μούρη στο κρεμασμένο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας (27/9/2012, φύλλο 1727) πάνω δεξιά, διαβάζοντας: «το ‘Π’ στο σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι». Θα σας πρήξω πάλι, το ξέρω, αλλά κάτι με πιάνει και δεν μπορώ να… αντισταθώ όταν εντοπίζω χατζιδακικό «αφιέρωμα». Τρελαίνομαι…

Ας πω λοιπόν από την αρχή πως αν εξαιρέσεις μία συνέντευξη του Γιώργου Χατζιδάκι στον Αντώνη Μποσκοΐτη (που ως συνέντευξη είναι κάτι που θέλει το χρόνο του, να απομαγνητοφωνηθεί, να καταγραφεί, να χτενιστεί και να ξαναχτενιστεί, απαιτεί έναν κόπο δηλαδή) όλο το άλλο «αφιέρωμα» στο Ποντίκι/art είναι γραμμένο στο πόδι. Ανούσιες, γενικώς ιστορίες, που έχουν ακουστεί και γραφεί δεκάδες φορές, μονόστυλα του τύπου «γιατί μας λείπει ο Χατζιδάκις» (εμένα, όπως έχω ξαναγράψει, μου λείπει ο φίλος μου ο Ανδρέας, που πέθανε πριν τρία χρόνια, και όχι ο Χατζιδάκις), τα οποία ταιριάζουν μόνο σε αναγνωστικά του Δημοτικού (αν και τι μας φταίνε τα παιδάκια), κάμποσα λεζαντοκείμενα με κάτι φωτογραφίες ναααα, λες και οι δημοσιογράφοι βρίσκονται σε αγρανάπαυση και… λιάζουν τ’ αχαμνά τους, αλλά κι ένα μονοσέλιδο με 16 τσιτάτα του Χατζιδάκι (σε επιμέλεια Κατερίνας Αγγελιδάκη), όπου αν εξαιρέσεις το πρώτο (τσιτάτο), δεν αναγράφονται οι πηγές των υπολοίπων δεκαπέντε (αναγράφεται μία σκέτη ημερομηνία!). Άμα θέλει δηλαδή κάποιος να βρει το σχετικό περιοδικό ή εφημερίδα που γράφτηκε η συγκεκριμένη φράση, ώστε να την δει ολοκληρωμένη και σε σχέση με τα πριν και τα μετά, θα πρέπει να απευθυνθεί στο μέντιουμ-παραψυχολόγο… Μπερτζινίκο μπας και τον διαφωτίσει. Μιλάμε για απίστευτη προχειρότητα, για ψεκάστε-σκουπίστε-τελειώσατε, για το υπόδειγμα του πώς ΔΕΝ πρέπει να γίνονται τα αφιερώματα. Προσέξτε δείγμα «σοβαρής» δημοσιογραφίας (δεν ξέρω αν ανήκει στον Μποσκοΐτη, ή στη Χρυσούλα Παπαϊωάννου που έχουν γράψει τα λεζαντοκείμενα): «Στις δώδεκα μέρες που κράτησε η σύνθεση των τραγουδιών από τον ‘Κύκλο με την Κιμωλία’, έμεινε εντελώς ξάγρυπνος (σ.σ. ο Χατζιδάκις) πίνοντας κόκα κόλες». Τώρα, πώς είναι δυνατόν κάποιος να πίνει κοκακόλες το 1956-57 (γιατί τότε συνετέθη ο «Κύκλος με την Κιμωλία»), όταν οι κοκακόλες εμφανίστηκαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 1969 (δηλαδή και να έπινε… Metaxa ο Χατζιδάκις σιγά τα λάχανα) είναι κάτι για το οποίο μόνον ο… Μπερτζινίκος θα μπορούσε να μας απαντήσει. Θέλω να πω δηλαδή πως με τέτοιες φαιδρότητες δεν χάνεται απλώς ο στόχος, αλλά γεννάται κι ένα ευρύτερο ζήτημα. Κατά πόσον δηλαδή τα λεγόμενα «αφιερώματα» προσβάλλουν (αντί να τιμούν) τις μνήμες των ανθρώπων.

Έτσι λοιπόν αντί να κάτσει η Αγγελιδάκη να βρει και να χτυπήσει την ουσιαστική συνέντευξη του Μάνου Χατζιδάκι στον Αντώνη Ανδρικάκη (πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ήχος & Hi-Fi τον Νοέμβριο του 1979 και ξανά στο ίδιο περιοδικό τον Απρίλιο του ’93) εκεί όπου ο συνθέτης λέει το πολύ ωραίο (ν’ αγιάσει το στόμα του δηλαδή!) πως «οι νέοι κατά κανόνα –ας μου επιτραπεί η λέξη– είναι ηλίθιοι. Κι αυτό γιατί ανήκουν σε μια ηλικία που δεν επιλέγουν, αλλά επιλέγονται. Και φυσικά το μεγαλύτερο μέρος των νέων και σήμερα είναι επιπόλαια πληροφορημένο, σχεδόν απαίδευτο και ζει τις δυνατότητες που του προσφέρει η ευμάρεια των καιρών με την πιο ανεύθυνη αντιμετώπιση», η ίδια (η Αγγελιδάκη) προτιμά να γράφει μπαρούφες του στυλ «ίσως… η Ελλάδα θα ήταν σήμερα αλλιώς αν δυο-τρεις άνθρωποι σαν κι αυτόν (σ.σ. τον Χατζιδάκι) ζούσαν ακόμα ανάμεσά μας». Στέκομαι λοιπόν και σκέφθομαι τι βίωσε αυτή η χώρα ενόσω ζούσαν ο Χατζιδάκις, ο Ελύτης, ο Γκάτσος, η Μερκούρη και τόσοι άλλοι (Εμφύλιος Πόλεμος, πρώτη καραμανλική επταετία, η αθλιότερη Δεξιά, βία και νοθεία, δολοπλοκίες στα παλάτια, αποστασία, χούντα, εξορίες, βασανισμοί, πολιτικές δολοφονίες, Πολυτεχνείο, η επέλαση του Αττίλα, για να μη φθάσω στον αυριανισμό, στο σκάνδαλο Κοσκωτά, στα συλλαλητήρια των σκοπιανοκτόνων ή στην αυλή της Εκάλης) και πραγματικά απορώ (που λέει ο λόγος) πώς και ο Χατζιδάκις, ο Ελύτης, ο Γκάτσος, η πνευματική ηγεσία του τόπου τέλος πάντων, δεν μπόρεσε να προλάβει όλη αυτή την καταστροφή. Φοβάμαι δε πως αν υιοθετήσω το αστείο σκεπτικό της Αγγελιδάκη (πως τα πράγματα θα ήταν αλλιώς σήμερα, στη χώρα, αν ζούσαν δυο-τρεις Χατζιδάκιδες), θ’ αναγκαστώ να κάνω black χιούμορ – και λάβετέ το έτσι, σας παρακαλώ: Ρε, μήπως έκαναν καλά και πέθαναν, κάποια στιγμή, όλοι αυτοί οι… γκαντέμηδες και γλιτώσαμε τα πολύ χειρότερα; Ε μα πια… Μας τα πρήξατε…

Και για να τελειώσω με δυο λόγια για τη συνέντευξη. Ο Γιώργος Χατζιδάκις είναι ο άνθρωπος που έχει κληρονομήσει το επώνυμο και το έργο του Μάνου Χατζιδάκι και, εν πάση περιπτώσει, δεν θέλω να κρίνω αυτά που λέει (συμφωνώ εξάλλου σε κάποια, περισσότερα ή λιγότερα δεν έχει σημασία). Όμως, σε μια συνέντευξη το πρώτο χέρι το έχει εκείνος που ερωτά και όχι εκείνος που απαντά. Έτσι, αν μια συνέντευξη είναι ενδιαφέρουσα ή αδιάφορη εξαρτάται περισσότερο από τις ερωτήσεις και λιγότερο από τις απαντήσεις. Όταν λοιπόν ο Μποσκοΐτης ρωτά για τον «Μεγάλο Ερωτικό» (λες και δεν υπάρχει κάποιο άλλο έργο του Χατζιδάκι που να σηκώνει διάλογο – άλλη μια διεσπαρμένη εμμονή) λέγοντας πως ο δίσκος αυτός «χαρακτηρίστηκε (σ.σ. από ποιους; – μήπως από τον Δημοκίδη και το Σαββόπουλο, για τους οποίους τα είπαμε πριν λίγες μέρες εδώ http://diskoryxeion.blogspot.gr/2012/09/blog-post_19.html;) πολύ αργότερα (σ.σ. πότε; – τον Αύγουστο που πέρασε;) ως αισθητική επανάσταση μέσα στη χούντα», εγώ ΚΑΙΩ ΤΩΡΑ το κομμάτι του αρχείου μου που αφορά στον Χατζιδάκι και ετοιμάζομαι (αφού το κάψω) για το πρώτο… χατζιδακικό αφιέρωμά μου σε μεγάλης κυκλοφορίας κυριακάτικη εφημερίδα ή σε εξ ίσου μεγάλο ιντερνετικό περιοδικό… δεν θα προβληματιστώ γι’ αυτό. (Ψάχνω για δουλειά, αν δεν το καταλάβατε…).

7 σχόλια:

  1. Τι ψάχνεις τώρα, ψύλλους στ' άχυρα...όπως είπε και ο ποιητής ''η μισή ελλάδα γράφει, η άλλη μισή δεν διαβάζει τίποτα''...ο καθείς και η γραφίδα του! Ζούμε άλλωστε σε εποχή εκπτώσεων...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Γέλασα με την κόκα κόλα.
    Α.Κ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ξέρεις, αυτό μου θύμισε κάτι παρωδίες τις τσινετσιτά που βλέπαμε παιδιά (ασχέτως αν στο Ποντίκι εκείνος που έγραψε το περί κοκακόλας το έγραψε σοβαρά).
      Η ταινία είχε προϊστορικό θέμα, έβλεπες ανθρώπους με προβιές να ουρλιάζουν, δεινόσαυρους να τους κυνηγάνε και ξαφνικά έσκαγε από το πουθενά ένας τύπος με μπλουτζίν και με τρανζιστοράκι στο αυτί…
      Είναι αυτοί οι αναχρονισμοί, που όταν είναι επιτυχημένοι βγάζουν γέλιο.

      Διαγραφή
  3. Επεμβαίνω στην ανάρτηση, με την οποία κατά το μεγάλυτερο μέρος συμφωνώ, για να εκφράσω την εξής σκέψη. Ο κόσμος δε γίνεται πρακτικά και βραχυπρόθεσμα καλύτερος με την παρουσία των πνευματικών ανθρώπων, στην περίπτωσή μας με τον Χατζιδάκι, τον Γκάτσο, τον Ελύτη κλπ. Οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι δεν είναι ούτε πολιτικοί, ούτε μεγάλοι οικονομικοί παράγοντες, ούτε -για να το δούμε από την άλλη πλευρά- απαραίτητα κοινωνικοί αγωνιστές, ώστε να επηρεάσουν τόσο αποφασιστικά την ιστορία. Απλά, οι συγκεκριμένοι άνθρωποι με το έργο τους -μουσική, λογοτεχνία, σινεμά κλπ.- μπορούν να επηρεάσουν τη σκέψη κάποιων άλλων ανθρώπων, την αντίληψή τους για την πραγματικότητα. Δηλαδή, η τέχνη δεν αλλάζει τον κόσμο, αλλά δίνει ιδέες, εικόνες και εμπνέει.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Αυτό υποστήριξα κι εγώ.

      Αν ήταν να μας γλύτωναν κάθε φορά οι καλλιτέχνες απ’ όλα τα στραβά του κόσμου, όταν δεν θα το κατάφερναν θα το αποδίδαμε στην γκαντεμιά τους.

      Διαγραφή
  4. http://topontiki.gr/articles/view/40771

    A.K.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Α.Κ. εγώ δεν τα διάβασα μόνο, τα πλήρωσα κιόλας…

    ΑπάντησηΔιαγραφή